Sabine Nuss, Εξουσία και ιδιοκτησία. Η διάθεση των μέσων παραγωγής

Εισήγηση στο σεμινάριο για τον "Ψηφιακό Καπιταλισμό", 30/9/2006

Comment on the Paper, "Power and Ownership" adopted by the Left Party’s (Vänsterpartiet) board.

Η κύρια στρατηγική που προτείνω στην εργασία «εξουσία και ιδιοκτησία» βασίζεται στην ανακατανομή της διάθεσης των μέσων   παραγωγής σε μορφές διαφορετικών  προτύπων κεφαλαίων . Στο σχόλιό μου θέλω να εστιάσω στην ιδέα «της διάθεσης των μέσων παραγωγής».

Η κυρίαρχη αντίληψη για την ιδιοκτησία είναι η αστική θεωρία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, από τον Τζων Λοκ ακόμη. Σύμφωνα με αυτήν την θεωρία, η ιδιοκτησία γίνεται αντιληπτή ως ένα δικαίωμα αποκλεισμού : το δικαίωμα ενός ατόμου να αποκλείει άλλους από την πρόσβαση σε αγαθά που ανήκουν σε αυτόν. Δεν ενδιαφέρει και τόσο τι είδους «αγαθό» είναι αυτό, ή αν πρόκειται για ένα μόνο άτομο ή μια ομάδα ατόμων που μοιράζεται αυτό το δικαίωμα να αποκλείει τους άλλους. Ούτε ενδιαφέρει αν αυτό το δικαίωμα ιδιοκτησίας νοείται ως ένα σύνολο δικαιωμάτων ή αν περιορίζεται από νόμους ή το κράτος. Αυτό που είναι σημαντικό είναι ότι αυτή η δεσπόζουσα θεωρητική προσέγγιση πάντοτε απευθύνεται ή λαμβάνει υπόψιν της μόνο το αγαθό που έχει ήδη παραχθεί, και που υπό συνθήκες καπιταλισμού παίρνει την μορφή του εμπορεύματος. Από μια μαρξική οπτική, μπορούμε να πούμε ότι αυτή η θεωρία αναφέρεται μόνο στην σφαίρα κυκλοφορίας. Στην αστική θεωρία της ιδιοκτησίας, η σφαίρα παραγωγής αποτελεί πάντα ένα τυφλό σημείο.

Σύμφωνα με τον Μαρξ, οι σχέσεις ιδιοκτησίας περιγράφουν πάντα το σύνολο των διαδικασιών παραγωγής των κοινωνιών. Υπό αυτήν την οπτική, η ιδιοκτησία σε μια καπιταλιστική κοινωνία καθορίζεται από τον χωρισμό των παραγωγών από τα μέσα παραγωγής. Με άλλα λόγια, η παραγωγική διαδικασία ελέγχεται από την ιδιωτική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Αυτό σημαίνει ότι το δικαίωμα αποκλειστικής διάθεσης επί των αγαθών είναι το αποτέλεσμα του χωρισμού παραγωγών και μέσων παραγωγής. Και ταυτοχρόνως, εκτός από αποτέλεσμα είναι και προϋπόθεση για την κυκλοφορία των παραγόμενων εμπορευμάτων. Αυτή την οπτική που, ευρέως, αγνοείται στις δημόσιες συζητήσεις και στην καθημερινή συνείδηση, υιοθετώ στην παρούσα εργασία.

Οι δυο διαφορετικές αντιλήψεις για την ιδιοκτησία – η αστική και η μαρξική- δεν διακρίνονται από μια απλώς και μόνο διαφορά στην γνώμη ή την άποψη. Είναι θεμελιωμένες σε παραδείγματα που είναι τόσο διαφορετικά μεταξύ τους ώστε είναι, με τον τρόπο που ο Thomas Kuhn χρησιμοποιεί τον όρο, «μη-συγκρίσιμα[1]».
Όταν συζητώ το θέμα της ιδιοκτησίας, συνήθως χρειάζεται να ξοδέψω αρκετό χρόνο για να καταστήσω διακριτές αυτές τις δύο αντιφατικές αντιλήψεις της ιδιοκτησίας, ώστε να μπορώ τελικά να φέρω την σφαίρα της παραγωγής –ή μάλλον την εννοιολογική τυφλότητα για την σφαίρα παραγωγής - στην συζήτηση. Ευτυχώς, αυτό δεν είναι απαραίτητο σε αυτό το σεμινάριο.
Δράττομαι λοιπόν της ευκαιρίας να συζητήσω μια πλευρά της Μαρξικής οπτικής για την ιδιοκτησία. Με τρόπο αδρό θα ήθελα να περιγράψω μια μικρή προσθήκη στο θεώρημα του χωρισμού των παραγωγών από τα μέσα παραγωγής, ο οποίος (χωρισμός) σύμφωνα με τον Μαρξ είναι η προϋπόθεση για την καπιταλιστική εκμετάλλευση. Μία μικρή προσθήκη, με μεγάλες ωστόσο συνέπειες.

Στα Grundrisse ο Μαρξ έγραψε για τις «μορφές που προηγούνται της καπιταλιστικής παραγωγής ». Εκεί πραγματεύεται τις διαδικασίες παραγωγής και τις σχέσεις ιδιοκτησίας στις προ-καπιταλιστικές κοινωνίες. Επίσης αναλύει τον μετασχηματισμό από προ-καπιταλιστικές ή μη-καπιταλιστικές σχέσεις ιδιοκτησίας σε καπιταλιστικές – ή μάλλον στην ενίσχυση της ατομικής ιδιοκτησίας. Ο καθένας εδώ ξέρει αυτήν την ιστορία και τα επιχειρήματα. Θέλω απλώς να σας θυμίσω ένα κρίσιμο σημείο : ο Μαρξ δεν σκεφτόταν μόνο την ιστορική διαδικασία του χωρισμού των παραγωγών από τα μέσα παραγωγής, μια διαδικασία που μετασχηματίζει μία μάζα ατόμων μιας χώρας κλπ σε ελεύθερους μεροκαματιάρηδες – σε άτομα εξαναγκασμένα από την έλλειψη ιδιοκτησίας να εργάζονται και να πωλούν την εργασία τους. Σχεδόν ταυτόχρονα, ο Μαρξ αναφέρει ότι αυτή η διαδικασία δεν σημαίνει ότι «οι προηγούμενες πηγές εισοδήματος ή οι επί μέρους συνθήκες ιδιοκτησίας αυτών των ατόμων εξαφανίστηκαν, αλλά το αντίθετο, ότι μόνο η χρήση τους έγινε διαφορετική, ότι ο τρόπος ύπαρξής τους άλλαξε - πέρασε σε άλλα χέρια ως ένα ελεύθερο κεφάλαιο ή, ακόμη -ακόμη, εν μέρει, παρέμεινε στα ίδια χέρια » (Grundrisse 503)
Ο ιστορικός χωρισμός των παραγωγών από τα μέσα παραγωγής δεν ήταν τελικά η πραγματική αλλαγή. Η δραματική αλλαγή επήλθε μάλλον από την αλλαγή στον σκοπό της παραγωγής. Για να το θέσω σύντομα : επρόκειτο για ένα μετασχηματισμό από έναν τρόπο παραγωγής προσανατολισμένο κυρίως προς την «αξία χρήσης», σε έναν τρόπο παραγωγής  προσανατολισμένο κυρίως προς την «ανταλλακτική αξία». Η συγκέντρωση της εξουσίας διάθεσης των μέσων παραγωγής στα χέρια των καπιταλιστών ήταν απλώς μια προϋπόθεση για τον αναπροσανατολισμό της παραγωγής από την αξία χρήσης στην ανταλλακτική αξία.

Αυτή η άποψη μας βοηθά να δούμε γιατί μια αλλαγή στην δομή της ιδιοκτησίας δεν αντιφάσκει απαραιτήτως ή δεν αμφισβητεί τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Σήμερα μπορούμε να συναντήσουμε στα μέσα παραγωγής μορφές ιδιοκτησίας που μοιράζονται. Ενίοτε, παραδείγματος χάριν, εργάτες λαμβάνουν μερίδιο στην εταιρία με την μορφή μετοχών. Η πάλι, μπορούμε να σκεφτούμε τα συνταξιοδοτικά ταμεία και ούτω καθεξής. Αλλά μακράν του να μετατρέπουν τις σχέσεις ιδιωτικής ιδιοκτησίας σε κύριες, τέτοια μέτρα απλώς μετατοπίζουν σε ενικά πρόσωπα τον ανταγωνισμό μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου ο οποίος συνήθως και παραδοσιακά αναπαρίσταται σε δυο διακριτά πρόσωπα : στον εργάτη και τον καπιταλιστή.
Στον «Πρόλογο» του Κεφαλαίου, στον πρώτο τόμο, ο Μάρξ καθιστά σαφές το εξής :

Για να εμποδίσουμε πιθανές παρεξηγήσεις, μια λέξη μόνο: δεν ζωγραφίζω τον καπιταλιστή και τον γαιοκτήμονα με ρόδινα χρώματa. Αλλά εδώ αναφερόμαστε στα άτομα μόνο στο μέτρο που αποτελούν προσωποποιήσεις οικονομικών κατηγοριών, ενσαρκώσεις συγκεκριμένων ταξικών σχέσεων και ταξικών συμφερόντων (Capital p.7).

Αυτό σημαίνει ότι οι οικονομικές κατηγορίες –αυτές δηλαδή του κεφαλαίου και της εργασίας- μπορούν επίσης να ενσαρκωθούν σε ένα ενικό πρόσωπο.

Γι αυτό και μια πραγματική αλλαγή της ατομικής ιδιοκτησίας θα απαιτούσε μια αλλαγή στον σκοπό της παραγωγής. Αυτό θα σήμαινε ότι κάποιος παράγει με σκοπό να ικανοποιήσει ανάγκες ανεξάρτητα και πέρα από τη χρηματική μορφή, και όχι για να αποκτήσει περισσότερα χρήματα από την διαδικασία παραγωγής ως ανταπόδοση της επένδυσης. Αυτό ακούγεται ουτοπικό, αλλά ακόμη και στην καπιταλιστική κοινωνία μπορούμε να βρούμε τρόπους παραγωγής που σκοπεύουν υπεράνω χρημάτων, αξίας και άρα υπεράνω εμπορευματικής μορφής. Σε κάθε εταιρία, κυρίως στις μεγάλες πολυεθνικές, είναι δυνατόν να συναντήσουμε ενδοϋπηρεσιακές διαδικασίες παραγωγής και κυκλοφορίας αγαθών μεταξύ των διαφόρων τμημάτων. (Κι αυτό όμως αλλάζει σήμερα, βλ. τα φαινόμενα του out-sourcing και των εκμεταλλεύσιμων υποπροϊόντων).

Την τελευταία δεκαετία είδαμε την εξέλιξη ενός μάλλον δημοφιλούς παραδείγματος για το τι εννοώ με τη φράση «ικανοποίηση αναγκών» πέραν των δεδομένων. Μιλάω για το Ελεύθερο Λογισμικό. Υποθέτω ότι ο καθένας μας ξέρει για το Λίνουξ (Linux operating system),το οποίο είναι βεβαίως το πιο δημοφιλές προϊόν ελεύθερου λογισμικού. Ωστόσο το σημαντικό δεν είναι ότι το Ελεύθερο Λογισμικό είναι συνήθως ελεύθερο χρεώσεως. Κατ’ εμέ, το σημαντικό είναι ότι το Ελεύθερο Λογισμικό δηλώνει τη δυνατότητα ενός πολύ περίπλοκου και οικουμενικού τρόπου παραγωγής, στον οποίο τρόπο εμπλέκονται πολυάριθμοι παραγωγοί. Το να κάνεις χρήματα δεν είναι πλέον το κίνητρο για παραγωγή – αντιθέτως, ο σκοπός είναι να αναπτυχθεί λογισμικό τέτοιο ώστε ο καθένας που το χρειάζεται να μπορεί να το έχει, ανεξαρτήτως χρημάτων. Πρόκειται για έναν τρόπο παραγωγής προσανατολισμένο στην «αξία χρήσης. Ασφαλώς, η κύρια προϋπόθεση της εξέλιξης του Ελεύθερου Λογισμικού ήταν το γεγονός ότι οι προγραμματιστές ήδη είχαν ελεύθερη και εύκολη πρόσβαση στα σχετικά μέσα παραγωγής ( υπολογιστές και διαδικτυακή υποδομή) – και επίσης ότι είχαν αποφασίσει πολύ συνειδητά να αφιερώσουν την εργασία τους στην βελτίωση ενός προϊόντος που θα είναι χρήσιμο και καλής ποιότητας.

Υpάrcoun pollά akόmh na eipwqoύn gia to Elεύqero Logismikό. Όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να βρει πολλές συζητήσεις και δοκίμια για το ζήτημα αυτό, στο διαδίκτυο,. Ελπίζω πως αυτή η σύντομη περιγραφή αυτού του φαινόμενου, θα βοηθήσει να φανεί, πως δεν είναι μόνο η καθαρή εξουσία της διάθεσης των μέσων παραγωγής κρίσιμη για εναλλακτικές και προοδευτικές σχέσεις ιδιοκτησίας. Πιο σημαντικός είναι ο μετασχηματισμός του σκοπού της παραγωγής, γιατί αυτός ο σκοπός είναι ένα συστατικό/ συγκροτητικό μέρος της σύγχρονης αντίληψης της ατομικής ιδιοκτησίας. Αξιώσεις για βιομηχανική δημοκρατία και για πρόσβαση των παραγωγών στα μέσα παραγωγής, ως εκ τούτου πρέπει να συνοδεύονται από δημόσιες συζητήσεις σχετικά με τον αναπροσανατολισμό των σκοπών παραγωγής. Αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να αναζητήσουμε έναν κοινωνικό τρόπο παραγωγής, όπου η ατομική ιδιοκτησία δεν θα περιορίζεται σε λίγους και στον οποίο τρόπο ο σκοπός θα είναι η ικανοποίηση αναγκών και όχι η μεγιστοποίηση του κέρδους.

Sabine Nuss, Roza Luxemburg Stiftung, Βερολίνο





[1] Η προσέγγιση του Kuhn στην ιστορία και την φιλοσοφία της επιστήμης έχει καταχωρηθεί ως προσέγγιση που εστιάζει σε «εννοιολογικά» ζητήματα (τι είδους ιδέες ήταν «νοητές» σε μια δεδομένη χρονική περίοδο, τι είδους θεωρητικές επιλογές και στρατηγικές ήταν διαθέσιμες στους ανθρώπους σε μια δεδομένη χρονική στιγμή) και που αποφεύγει με έμφαση να επιβάλλει νεωτερικές έννοιες σε ιστορικούς παράγοντες. Κρατώντας αυτήν την απόσταση, ο Kuhn στο βιβλίο του επιχειρηματολογεί ότι η αλλαγή της θεωρίας στην επιστήμη δεν είναι μια απλή συσσώρευση γεγονότων, αλλά μάλλον μια σειρά μεταβλητών διανοητικών περιστάσεων και δυνατοτήτων.