Θρησκευτική εγγραμματοσύνη, εκκλησιαστική ηγεμονία και κοσμική κριτική.

Διαμάχη για μια αθώα ή υπεύθυνη πολιτειότητα;                                                                               

                                                                                Φωτεινή Τσιμπιρίδου, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας

Διάβασα μετά προσοχής το μακροσκελές σκεπτικό του Υπουργείου Παιδείας για τα νέα προγράμματα σπουδών σε Δημοτικό και Γυμνάσιο που αφορούν τη διδασκαλία των θρησκευτικών, ως υποχρεωτικό πλέον μάθημα. Στο ίδιο ΦΕΚ παρακολούθησα το αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών με τους μαθησιακούς στόχους, τους τρόπους και τις οδηγίες προς δασκάλους και καθηγητές.1
Παρακολουθώ το δημόσιο διάλογο που μέχρι στιγμής εγκλωβίζεται στο γνωστό ταμπού της ελληνικής κοινωνίας, τον περίφημο «διαχωρισμό κράτους/εκκλησίας» που εντέλει εκκρεμεί από ιδρύσεως ελληνικού κράτους και εν πολλοίς ευθύνεται για την παρούσα εμπλοκή της συζήτησης.
Αντιλαμβάνομαι την αγωνία των πατέρων της εκκλησίας και δυστυχώς του Αρχιεπισκόπου –λέω δυστυχώς γιατί πίστευα ότι είναι πολύ πιο δεκτικός στο να αφουγκρασθεί τις νέες τάσεις που εντέλει μάλλον αποβαίνουν προς το συμφέρον της θρησκείας- οι οποίοι αντιδρούν μόνο και μόνο επειδή χάνουν τον αποκλειστικό έλεγχο της γνώσης περί της θρησκευτικής διάπλασης των παίδων μας!


Ambrogio Lorenzetti, "Αλληγορία της καλής και της κακής διακυβέρνησης", Sala Dei Nove, Σιένα, 1338-1339

Θρησκευτική εγγραμματοσύνη
Συντάσσομαι με την προσπάθεια του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Διά Βίου Εκπαίδευσης να επιτελέσει το ρόλο του, δηλαδή να αναλάβει υπεύθυνα και με θάρρος την διδασκαλία των θρησκευτικών για όλα τα παιδιά, ανεξαρτήτως θρησκεύματος.
Πρόκειται για μία προσπάθεια που επιχειρεί να βάλει τάξη προκειμένου να προλάβει και να αναχαιτίσει τους ανερχόμενους φανατισμούς και μισαλλοδοξίες στην σύγχρονη ελληνική και ευρωπαϊκή καθημερινότητα. Μια προσπάθεια που όπως φαίνεται είχε ξεκινήσει από το 2011, την μεταρρύθμισης στην εποχή Διαμαντοπούλου (βλ. επιτροπή εμπειρογνωμόνων, κυρίως θεολόγων, η οποία συστάθηκε από τότε και συνεργάζεται με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο).
Μπροστά στο πολυφασματικό του θρησκευτικού συναισθήματος έτσι όπως διαμορφώνεται μετά το 2015 με την έλευση των προσφύγων από την ανατολική Μεσόγειο, το Υπουργείο Παιδείας μέσα στη συγκυρία του προσφυγικού αναλαμβάνει να υλοποιήσει τη μεταρρύθμιση της διδασκαλίας των θρησκευτικών, περιλαμβάνοντας, πολύ σωστά, όλους τους μαθητές. Η πρόθεση αξιέπαινη, όμως το προτεινόμενο υλικό και η φιλοσοφία του φαίνεται να παρεκκλίνουν του αρχικού στόχου. Το λάθος εντοπίζεται, κατά τη γνώμη μου, στη μονομέρεια που διέπει το σκεπτικό της υλοποίησης των Νέων Προγραμμάτων Σπουδών για Δημοτικό και Γυμνάσιο. Πρόκειται για ένα σκεπτικό δια-θρησκευτικού διαλόγου που όμως εγκλωβίζεται μέσα στη βιβλική παράδοση των τριών μονοθεϊστικών θρησκευτικών παραδόσεων (Εβραϊσμός/Χριστιανισμός/Ισλάμ) και ενδέχεται γι’αυτόν το λόγο στο μέλλον να προκαλέσει περισσότερες ή άλλου τύπου αγκυλώσεις από αυτές που πάει να λύσει.
Εδώ βρίσκεται και ο ρόλος της παρούσας παρέμβασης, δηλαδή να επισημάνει και να ευαισθητοποιήσει πάνω σε προβλήματα άλλης τάξης: πέρα από τη ωμή επίθεση των εκκλησιαστικών κύκλων σε έναν υπουργό που δικαίως τολμά να κάνει το καθήκον του, αλλά και τους κουραστικούς διαξιφισμούς και γκρίνιες που μονοπωλούν τη συζήτηση στη δημόσια σφαίρα. Πρόκειται για εκσυγχρονιστικούς φιλελεύθερους και αριστερούς παρωχημένους λόγους, οι οποίοι με τα παλιά εργαλεία του διαχωρισμού «Κράτους/Εκκλησίας» επιχειρούν μονολιθικές αναλύσεις, οι οποίες δυστυχώς ακυρώνουν το δικαίωμα της πολιτείας να κάνει το καθήκον της, ενώ συγχρόνως υποβλέπουν ή αγνοούν τις αντιφάσεις της ελληνικής καθημερινότητας. Μπροστά σε αυτές τις αγκυλώσεις κάθε δια-πολιτισμικός/δια-θρησκευτικός διάλογος μοιάζει να ανοίγει την πόρτα στον Παράδεισο!

Πλουραλισμός της θρησκευτικότητας
Παίρνοντας αποστάσεις από όλους τους παραπάνω λόγους και ως πολίτης που ενδιαφέρεται για τα κοινά, εξίσου με ένα ευρωπαίο ή ανατολίτη που ψάχνει στη συγκυρία και εκ των ενόντων εξωστρεφείς τρόπους συνύπαρξης με την ετερότητα, θα υπερβώ τη μεγάλη μου αμφιθυμία για το ποια θα πρέπει να είναι η προτεραιότητα της παρούσας συγκυρίας στην οποία συνήθως με εγκαλούν οι παραδοσιακές τοποθετήσεις, και θα σταθώ κριτικά απέναντι στις προθέσεις των Νέων Προγραμμάτων Σπουδών για τη διδασκαλία των θρησκευτικών. Πρόθεσή μου δεν είναι ο συνολικός απολογισμός θετικών και αρνητικών χαρακτηριστικών, αλλά η επισήμανση κάποιων δυσλειτουργιών. Μια τέτοια αφορά τον εν δυνάμει εγκλωβισμό της μελλοντικής πολιτειότητας των μαθητών σε ένα εκ νέου πατριαρχικό/πατερναλιστικό μοτίβο που εγγράφεται και παγιώνεται με διαδικασίες θρησκευτικής εγγραμματοσύνης. Και εδώ ξεκινούν ζητήματα που σχετίζονται με το είδος της κοσμοθεώρησης, της κοινωνικότητας και της πολιτειότητας που θα εγγράφεται μόνο μέσα στην πατριαρχική βιβλική παράδοση και την οποία προβλέπεται να αναπτύξουν οι μαθητές, οι οποίοι πλέον –και αυτό είναι πολύ σοβαρό, αν όχι οπισθοχώρηση- θα διδάσκονται το μάθημα ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ!
Πιο συγκεκριμένα, διαβάζοντας λεπτομερώς το ΝΠΣ για τη διδασκαλία των θρησκευτικών διαπιστώνω:
  • τον πλουραλισμό της θρησκευτικότητας, ένα πολύ θετικό άνοιγμα στην ορθόδοξη ελληνική καθημερινότητα (βλ. γιορτές, πανηγύρια, παραδόσεις, έθιμα κλπ), πέρα από την παλαιού τύπου κατήχηση στο ορθόδοξο δόγμα που μας είχαν συνηθίσει τα βιβλία των θρησκευτικών, το οποίο ήταν δύσκολο και βαρετό φορτίο για τους μαθητές, ως μαθησιακή διαδικασία, ενώ μάλλον είχε αρνητικό αντίκτυπο σε σχέση με το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα
  • το θετικό άνοιγμα στις άλλες θρησκείες της βίβλου (Εβραϊσμός, Ισλάμ,) και τις διαφορετικές εκφορές του Χριστιανισμού (Καθολικοί, Προτεστάντες κλπ), γεγονός που βοηθά την εξωστρέφεια με σεβασμό και ανοχή στην ετερότητα
  • την εξαιρετικά φειδωλή δυστυχώς αναφορά σε άλλες μορφές θρησκευτικότητας πέρα από τις θρησκείες της βίβλου (κάποια παραδείγματα για Ινδουϊσμό ίσως ), την ανυπαρξία σε ανιμισμό και αθεϊσμό
  • τη σύνδεση της θρησκευτικότητας με τις αρετές της ευθύνης και της αγάπης προς εαυτόν και άλλους και την καλλιέργεια μια θρησκευτικής, τολμώ να πω αθώας και ανυποψίαστης εγγραμματοσύνης γύρω από την πολιτειότητα του ‘πιστού πολίτη του κόσμου’, που προσωπικά αρχίζει να με ανησυχεί κυρίως επειδή αντιδιαστέλλεται με την ‘υπεύθυνη κριτική πολιτειότητα’, όπως αυτό τεκμαίρεται από το παρακάτω, δηλ.
  • την έλλειψη συζήτησης και κριτικής θεώρησης του συσχετισμού της θρησκείας με την κοινωνία, την οικονομία, τον πολιτισμό, που τουλάχιστον σε επίπεδο γυμνασίου, θα μπορούσε να περιλαμβάνει υλικό για τον ιστορικό μετασχηματισμό των ανθρώπινων κοινωνιών από τον ανιμισμό στον μονοθεϊσμό και από εκεί στην ανεξισθρησκεία
  • τέλος, την έλλειψη της συζήτησης για τα φαινόμενα φονταμενταλισμών, έτσι όπως προκύπτουν από τη σύμπραξη θρησκείας και πολιτικής, μια παράλειψη καθοριστικής σημασίας για την ερμηνεία των ακραίων παθολογιών τρομοκρατικών και ξενοφοβικών επιθέσεων σήμερα, εντός και εκτός Ευρώπης.

Πέρα από τη Βιβλική παράδοση και τον δια-θρησκευτικό διάλογο
Και αναρωτιέμαι αν αυτές οι αποκρυσταλλώσεις ικανοποιούν τις προθέσεις μιας προοδευτικής μεταρρύθμισης στη διδασκαλία των θρησκευτικών, που εντέλει τελεί υπό την κηδεμονία των πατριαρχικών και πατερναλιστικών αντιλήψεων΄ μιας μεταρρύθμισης που δεν ανοίγεται σε συγκρίσεις με άλλες θρησκευτικές εμπειρίες πλην αυτών της Βίβλου, αλλά ούτε και προωθεί μια κριτική θεώρηση του θρησκευτικού φαινομένου.

Οι παραπάνω δισταγμοί δεν αποτελούν υπερβολές σχολαστικότητας επί χάρτου αλλά κατατίθενται ως θέσεις που έχουν προκύψει μέσα από ερευνητικές και διδακτικές εμπειρίες από τη σκοπιά της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στην/για την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Εκεί που ο εκάστοτε εξορθολογισμός της διδασκαλίας του Ισλάμ στο πλαίσιο της νεωτερικής και μετα-νεωτερικής συνθήκης, δημιούργησε παραδοξότητες και εμπλοκές που μοιάζουν σήμερα αξεπέραστες.2 Ήταν η συγκυρία, ωστόσο, της μεταποικιακής κατάστασης και του εκμοντερνισμού των εθνών/κρατών σε μουσουλμανικές χώρες η οποία κατέστησε τη θρησκεία βασικό συνομιλητή στη δημόσια σφαίρα με ποικίλους τρόπους.3 Έτσι το ζήτημα της θρησκευτικότητας συνδέθηκε στενά με την πολιτειότητα και την εκπαίδευση άλλοτε λόγω υπερβολικής κρατικής παρέμβασης, άλλοτε λόγω άτυπης αποχής της.4 Σε κάθε περίπτωση και η ανεξιθρησκεία στη βάση των αρχών του Διαφωτισμού εφαρμόσθηκε με διαφορετικά πολιτικά προγράμματα, παραδόσεις και χρονικότητες τόσο στο Ευρωπαϊκό περιβάλλον όσο και ευρύτερα στον Δυτικό κόσμο.5
Και φτάνουμε σήμερα, στο πλαίσιο του υπερεθνικού μορφώματος της ΕΕ, να επιχειρείται η προώθηση μοντέλων συνύπαρξης με όρους ‘πολιτισμού και θρησκείας’ τα οποία, υπηρετώντας τις αρχές της φιλελεύθερης φιλοσοφίας της ‘διαφοράς’, τις περισσότερες φορές αναπαράγουν θύλακες αποκλεισμών και πολλαπλασιάζουν τις συγκρούσεις, ενώ ευνοούν τον απομονωτισμό των μειονοτικών -συνήθως μουσουλμάνων. Οι στρεβλώσεις από αυτή τη συνάντηση γίνονται ορατές σε όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, αλλά κυρίως σήμερα στη συνθήκη της Παγκοσμιοποίησης. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η θρησκεία να χρησιμοποιείται πλέον εργαλειακά από τα πάνω αλλά και από τους ίδιους τους Άλλους, πρώτα απ’όλα σε βάρος των γυναικών. Με τη μαζική έλευση πρώην αποικιοκρατούμενων, μεταναστών και προσφύγων μουσουλμάνων στην Ευρώπη όλο και περισσότερο συζητούμε με όρους θρησκευτικής διαφοράς, γούστου, δικαιωμάτων κ.ά., γεγονός που αντί να γεφυρώνει το χάσμα των διαφορών, τροφοδοτεί τις μισαλλοδοξίες. Κάτι επομένως δεν πάει καλά.
Κατά τη γνώμη μου ο δια-θρησκευτικός διάλογος σήμερα, μόνο μεταξύ των τριών μονοθεϊστικών θρησκειών -όπως έκανε και ο διαπολιτισμικός, με πρόθεση την αποφυγή της προφητείας του Huntigton περί Σύγκρουσης των Πολιτισμών μετά το 1990-διεξάγεται μεταξύ καθεστωτικών λόγων πατριαρχίας/  πατερναλισμού που επιμελώς επιχειρούν εξορθολογισμό της θρησκευτικής εμπειρίας καταδικάζοντας τις αποκλίσεις και τους συγκερασμούς που συνηθίζαμε να απολαμβάνουμε μεταξύ χριστιανών, μουσουλμάνων, εβραίων και άλλων στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου.6 Οι νέες πρακτικές εξαγνισμού/πουριτανισμού οδηγούν νομοτελειακά σε παγιώσεις που αναπόφευκτα οδηγούν στον φανατισμό. Σε κάθε περίπτωση όμως ο κάθε δια-θρησκευτικός διάλογος τείνει να αποκρύπτει αφενός τις διακρίσεις σε βάρος γυναικών, αφετέρου να δημιουργεί συγχύσεις σχετικά με ζητήματα μειονοτικοποίησης λόγω γλώσσας, θρησκείας, φυλής, τάξης κ.λπ., πολύ δε περισσότερο γύρω από φαινόμενα αποκλεισμών λόγω κοινωνικο-οικονομικής ανισότητας, αποικιοκρατίας, παγκοσμιοποίησης, νεοφιλελευθερισμού και συναφών εξουσιαστικών και ηγεμονικών προγραμμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο. Για τους λόγους αυτούς οι αρχές του δια-θρησκευτικού ως δια-πολιτισμικού διαλόγου δεν μπορεί να είναι ικανές από μόνες τους να εγγυηθούν το κριτικό πλαίσιο της ισότητας, της ελευθερίας και της ευθύνης μεταξύ των πολιτών σε κάθε στάδιο εκπαίδευσης και αγωγής πολιτειότητας. Χρειάζεται η γενναία παρέμβαση μιας κοσμικής κριτικής7 που θα στοχεύει στην υπεράσπιση της ισότητας, της ελευθερίας και της ευθύνης της πολιτειότητας, των δικαιωμάτων, καθολικών αξιών και των κοινών προς όφελος της ανθρώπινης κοινωνίας. Μια κοσμική κριτική που θα έπρεπε να προβλέπεται να ενταχθεί στα προσφερόμενα προγράμματα σπουδών του Γυμνασίου και του Δημοτικού με έναν αναθεωρημένο τρόπο.

Κοσμική κριτική και εναλλακτική κριτική δημοσιότητα
Διορθωτικά θα προτείναμε να συμπληρωθεί το παρόν υλικό με συγκρίσεις και από άλλες εμπειρίες θρησκευτικότητας, πέρα από τη βιβλική παράδοση, ενώ παράλληλα θα μπορούσε να αρχίσει μια συζήτηση για το πώς θα ενταχθεί στα ΝΠΣ και μια αναθεωρημένη Αγωγή του Πολίτη που θα ξεπερνά την ανωδυνότητα της θρησκείας και του πολιτισμού. Αυτό προκειμένου να καλλιεργηθούν η ευαισθητοποίηση στα ανθρώπινα δικαιώματα ως καθολικά, η υπευθυνότητα του πολίτη και η δέσμευση του απέναντι στο σύνολο της τοπικής κοινότητας με κοινωνική ευαισθησία στην ευαλωτότητα των συνανθρώπων που μειονεκτούν ή υποφέρουν σε κάθε ιστορική συγκυρία.
Υπό αυτούς τους όρους μια νέα εποικοδομητική συζήτηση μπορεί να αρχίσει. θα πρότεινα να ξεκινήσουμε από τον ευχάριστο δρόμο της εναλλακτικής κριτικής δημοσιότητας, βλέποντας ταινίες, οι οποίες περιέχουν πραγματολογικά στοιχεία αλλά και τις απαραίτητες αλληγορίες για να αναστοχαστούμε πάνω στο ζήτημα της θρησκευτικής εμπειρίας, της διαφοράς, της πολιτικής, των ιστορικών μετασχηματισμών και του κόσμου.
Ταινίες όπως, «Κουβέντες με τους θεούς» (2014, συλλογική, με διαφορετικές σκηνοθετικές ματιές και θρησκευτικές εμπειρίες ανά τον κόσμο)8 αλλά και «Ο καιρός των θαυμάτων» (1990, από τον μαέστρο Goran Paskaljevic,9 μια αλληγορία πάνω στη διαμάχη της Ορθόδοξης πίστης και της κομμουνιστικής αθεΐας στο τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου), έχουν το μεγάλο προσόν, με το δικό τους κινηματογραφικό και ταξιδιάρικο τρόπο, κοινωνική ποιητική και πολιτισμική κριτική, να υπηρετούν τις αρχές μιας διηθητικής κοσμικής κριτικής χωρίς καθόλου διδακτισμό.

1 Υπουργική Απόφαση 143575/Δ2/2016 - ΦΕΚ 2920/Β/13-9-2016,

2 Για το ζήτημα του εξορθολογισμού της θρησκείας των μονοθεϊστικών παραδόσεων της Βίβλου, ως πειθάρχηση στον νόμο, την επιστήμη και την ευρωκεντρική έννοια της θρησκευτικής εμπειρίας, παραπέμπω ενδεικτικά στο συγκριτικό έργο του Τ. Asad (2009). Genealogies of Religion. Discipline and Reasons of Power in Christianity and Islam. Baltimore & London: John, Hopkins University Press.
3 Πρόκειται για διαπίστωση που μας έρχεται από το πεδίο όλων σχεδόν των σχετικών εθνογραφικών ερευνών στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και την Αφρική, βλ. ενδεικτικά μια πολύ πρόσφατη έκδοση F. Tsibiridou & M. Bartsidis (2016). ‘Dignity’ as Glocal Civic Virtue: Redefining Democracy Through Cosmopolitics in the Era of Neoliberal Governmentality”, S. Alnasseri (ed) Arab Revolutions and Beyond. The Middle East and Reverberations in the Americas. New York: Palgrave/Macmillan, 31-54. ebook: DOI 10.1057/978-1-137-59150-0.
4 Βλ. παραδείγματα Αιγύπτου και Τουρκίας αντίστοιχα.
5 Βλ. ενδεικτικά διαφορές Γαλλικού με μοντέλο Η.Π.Α.
6 Βλέπε στον πολύ ενδιαφέροντα τόμο: D. Albera & M. Couroucli (eds) (2012). Sharing Sacred Spaces in the Mediterranean. Christians, Muslims and Jews at Shrines and Sanctuaries. Bloominghton: Indiana University Press.
7 Αναφέρομαι στην κριτική που έχει προτείνει ο Edward Said, κυρίως στο ύστερο έργο του και στις συνεντεύξεις του, ως πολιτικά εμπλεκόμενος ακαδημαϊκός γύρω από το παλαιστινιακό πρόβλημα. 
8 Words with Gods/«Κουβέντες με τους Θεούς», by Guillermo Arriaga, Hector Babenco, Παραγωγή 2014,  http://www.imdb.com/title/tt2112337/
9 Time of miracle/«Ο καιρός των θαυμάτων» του Goran Paskaljevic, Παραγωγή 1990 http://www.altcine.com/details.php?id=833 



(τα εικαστικά είναι από ανάρτηση του Γιάννη Μπαλαμπανίδη στο fb)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου